- Προυστ, Μαρσέλ
- (Proust, Παρίσι 1871 – 1922). Γάλλος συγγραφέας. Η οικογένειά του ανήκε στην ανώτερη αστική τάξη· ο πατέρας του, Αντριέν, ήταν διάσημος γιατρός, και η μητέρα του, Ζαν Βεΐλ, ήταν Εβραία λορενικής καταγωγής. Σε ηλικία 9 ετών ο Μαρσέλ αρρώστησε για πρώτη φορά από άσθμα, πάθηση που σημάδεψε βαθιά την ύπαρξή του. Στο Παρίσι σπούδασε στο λύκειο Κοντορσέ και στη Σχολή Πολιτικών Επιστημών, παρακολουθώντας συγχρόνως και τα μαθήματα του Μπερξόν στη Σορβόνη. Την ίδια εποχή άρχισε να δημοσιεύει χρονικά στα περιοδικά La Revue blanche και Le Banquet. To 1896 εξέδωσε, με πρόλογο του Ανατόλ Φρανς, τις Ηδονές και μέρες, συλλογή πεζογραφημάτων και στίχων με πολλή επιτήδευση, χαρακτηριστική του ερασιτεχνισμού των εστέτ, που κυριαρχούσε στη λογοτεχνική κίνηση του τέλους του αιώνα και στα αριστοκρατικά σαλόνια, των οποίων ο Π. ήταν τακτικός θαμώνας. Στο βιβλίο του αυτό υπάρχουν μερικές πρώτες ενδείξεις γι’ αυτό που θα συναντήσουμε αργότερα στο έργο του. Περισσότερο όμως ενδεικτικό είναι το μυθιστόρημά του Ζαν Σαντέιγ (μεταθανάτια έκδοση, 1952), που, γραμμένο στα αμέσως επόμενα χρόνια, αποτελεί τον πρώτο σταθμό της ριζικής μεταστροφής, που τον οδήγησε από την επιδεικτική λατρεία μιας ραφιναρισμένης κοσμικότητας σε μία όλο και πιο σοβαρή (τελικά ολοκληρωτική) αφοσίωση στο συγγραφικό έργο. Αν και δεν είναι γραμμένος σε πρώτο πρόσωπο, ο Ζαν Σαντέιγ περιέχει αυτοβιογραφικά στοιχεία και ενδιαφέρουσες αναφορές στην επικαιρότητα, ακόμα και στην πολιτική (το 1898 με αφορμή τη δίκη του Ζολά, ο Π. πήρε θέση υπέρ του Ντρέιφους).
Το ταξίδι του στη Βενετία (1900), η ανακάλυψη του Ράσκιν (του οποίου μετέφρασε τα βιβλία: Η Βίβλος της Αμιένης και Σησάμι και κρίνα) και παράλληλα της μεσαιωνικής Γαλλίας με τους καθεδρικούς ναούς και τα βιτρό της, αποτελούν για τον Π. σημαντικές πνευματικές εμπειρίες μαζί με την εξοικείωσή του με τα έργα της εμπρεσιονιστικής ζωγραφικής και της σύγχρονής του ποίησης, από τον Μποντλέρ μέχρι τον συμβολισμό. Μετά τον θάνατο του πατέρα του (1903) και κυρίως της μητέρας του (1905), ο Π. επιζήτησε μια διαρκώς αυστηρότερη μοναξιά, διακοπτόμενη από σύντομες επανεμφανίσεις στην κοινωνική ζωή και από τις συναντήσεις με λίγους φίλους και ανθρώπους των γραμμάτων· για να αφιερωθεί στο μεγάλο έργο, στο οποίο έδωσε τον τίτλο Σε αναζήτηση του χαμένου καιρού, πέρασε τον περισσότερο καιρό, εκτός από τις θερινές διακοπές του στο Καμπούργκ (Νορμανδία), απομονωμένος σε ένα δωμάτιο με τους τοίχους επενδυμένους με φελλό και διαρρυθμισμένο έτσι ώστε να τον προστατεύει από τις μυρωδιές και τους θορύβους που θα μπορούσαν να διαταράξουν την ολοένα και επισφαλέστερη φυσική και ψυχική ισορροπία του.
Το 1913 δημοσίευσε με έξοδά του, στις εκδόσεις Γκρασέ, τα πρώτο μέρος του έργου του με τίτλο: Στη μεριά του Σουάν· σε αυτό εμφανίζονταν τα θέματα της πονεμένης νoσταλγίας του για την παιδική ηλικία, του έρωτα και της ζήλειας (που απασχολούν τον ήρωά του Swann), του υπαινικτικού χαρακτήρα μερικών στιγμών που φαίνονται να ανοίγουν μία μυστηριώδη και φευγαλέα προοπτική προς μια πραγματικότητα απόλυτη, πέρα από την ανεπίστρεπτη ροή του χρόνου. Άλλα σημαντικά θέματα –οι διαλείψεις της καρδιάς, η μεταμόρφωση των ανθρώπων με το πέρασμα των γενεών και οι κοινωνικές αναστατώσεις– δεν αναπτύσσονταν ακόμα σε έκταση, όσο δεν ξεκαθάριζε το βαθύτερο νόημα του έργου (του οποίου το σχέδιο χαράχτηκε από το 1912-13) που επρόκειτο να αποκαλυφθεί προοδευτικά στα επόμενα μέρη του μυθιστορήματος· η ανάπλαση του παρελθόντος στη βάση ενός απόλυτου παρόντος, χάρη στις καθαρές πηγές της ακούσιας μνήμης. Ο τόμος φάνηκε στους περισσότερους ως ένα δοκίμιο, βαθυστόχαστο έστω, εσωστρεφούς και αναδρομικής ανάλυσης· κι αυτό εξηγεί την αμηχανία των συμβούλων εκδόσεων (μεταξύ των οποίων του Ζιντ, που δεν άργησε vα αλλάξει γνώμη, εξασφαλίζοντας για τη Nouvelle Revue Française τα δικαιώματα έκδοσης του έργου). Η έλλειψη κατανόησης δεν κράτησε πολύ· το 1918 εκδόθηκε το δεύτερο μέρος της Αναζήτησης: Στη σκιά των ανθοστολισμένων κοριτσιών βραβείο Γκονκούρ 1919. Το 1919 εδόθηκε επίσης ο τόμος δοκιμίων Μιμήσεις και ανάλεκτα και μεταξύ των 1920 και 1922 Γκερμάντ και Σόδομα και Γόμορα.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του Π. ήταν ένας βασανιστικός αγώνας εναντίον της αρρώστιας για να τελειώσει την πολύμορφη εργασία της συγγραφής και της συνεχούς επανεπεξεργασίας της Recherche, τα 3 τελευταία μέρη της οποίας εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του: Η αιχμάλωτη (1923), Η εξαφανισμένη Αλμπερτίν (1925), και Ο χρόνος που ξαναβρέθηκε (1927). Στα περιθώρια της Αναζήτησης (μία έκδοση πλησιέστερη προς τα χειρόγραφα είναι του 1955) εκδόθηκαν το 1927 ο τόμος των Χρονικών και το 1954 ο τόμος δοκιμίων Κατά του Σαιντ - Μπεβ. Το 1930 άρχισε στη Γαλλία η δημοσίευση της αλληλογραφίας του.
Το έργο του Π. είναι, μαζί με το έργο των Τζόις και Κάφκα, η υψηλότερη ποιητική έκφραση της κρίσης του νεότερου αστικού πολιτισμού. Με τη θαυμαστή πνευματική δύναμη που χαρακτηρίζει τη δομή της, με τις απαράμιλλες ικανότητες προσδιορισμού και ανάλυσης, στη σφαίρα των πιο ενδόμυχων συναισθημάτων και εντυπώσεων, η Recherche είναι ένα πραγματικά μοναδικό βιβλίο. Ωστόσο επαναλαμβάνει, έστω και με διαφορετικούς και νέους τρόπους, μία προσπάθεια συνθετικής απόδοσης ανάλογης με του Μπαλζάκ, ρίχνει στη ζωή μιας ολόκληρης κοινωνίας ένα βλέμμα τόσο ερευνητικό και διεισδυτικό όσο και το βλέμμα ενός Σεν-Σιμόν, επαναλαμβάνει τα μεγάλα θέματα του ερωτικού πάθους με ένα πονεμένο και σκληρό τόνο, που είναι ο ίδιος με του Ρακίνα και του Μποντλέρ. Και ανοίγει, από το άλλο μέρος, νέες, τεράστιες προοπτικές στο σύγχρονο αφηγηματικό ύφος.
Προσωπογραφία του κόμη Ρομπέρ ντε Μοντεσκιού, συγγραφέα και περίφημου «δανδή» της εποχής, που κυριαρχούσε στα παρισινά σαλόνια. Ο Μ. Προυστ εμπνεύστηκε από το Ρ. ντε Μοντεσκιού ένα από τους ήρωές του «Αναζητώντας», το βαρόνο Σαρλ.
Ο Μ. Προυστ, προσωπογραφία του Ζακ Εμίλ Μπλανς. (Ιδιωτική συλλογή, Παρίσι).
Dictionary of Greek. 2013.